Οι φούσκες της 6ης του Δεκέμβρη

2840632113_ba77d1fea3_b

Πέρασαν ήδη 7 χρόνια (και μερικές ημέρες) από εκείνο το τραγικό σαββατόβραδο που μια σφαίρα έσκασε τη φούσκα της ελληνικής κοινωνίας. Μια φούσκα που είχε μεγαλώσει πολύ, είχε δημιουργήσει έναν ολόκληρο κόσμο, μια νοοτροπία. Είχε έρθει η ώρα της. Και το “μπαμ” ήταν ηχηρό. Σε μια ιστορία που συμβολίζει την Ελλάδα της Μεταπολίτευσης, η αυλαία έπεσε με τον πλέον θλιβερό και απότομο τρόπο: ένα αθώο παιδί, 15 ετών μόλις, νεκρό από τη σφαίρα ενός αστυνομικού, εκπροσώπου του Ελληνικού κράτους.

Τη θυμάμαι καλά εκείνη τη νύχτα. Ήμουν μικρός, 13 ετών και βρισκόμουν στο σπίτι μιας φίλης για τα γενέθλιά της. Γύρω στις 10 το βράδυ, όλοι στο κάλεσμα ενημερωνόμαστε πως ένα 15χρονο παιδί σκοτώθηκε από αστυνομικό στα Εξάρχεια. Μέσα στο σπίτι, άτομα που γνώριζαν τον Γρηγορόπουλο προσωπικά. Οι αντιδράσεις ποικίλες, από ό,τι θυμάμαι. Επειδή όμως δεν μου αρέσει να μιλώ για άλλους, θα μιλήσω για εμένα. Προσωπικά, όταν άκουσα ότι ένας αστυνομικός πυροβόλησε ένα παιδί, θεώρησα ότι αυτή είναι μια απλοποίηση της ιστορίας. Πίστευα πως ένας αστυνομικός, ένα όργανο της τάξης, δεν μπορεί να φερθεί έτσι. Κάτι θα έγινε, ίσως να απειλείτο η ζωή του, ίσως πυροβόλησε – λανθασμένα – στον αέρα για να φοβίσει τους “αμέτρητους ταραχοποιούς”, για τους οποίους έκαναν λόγο τα ΜΜΕ τις πρώτες ώρες μετά τη δολοφονία. Δεν περνούσε από το νου μου ότι ένας άνθρωπος που είναι υπεύθυνος για την προστασία της κοινωνίας θα σήκωνε το όπλο του και θα πυροβολούσε “στο ψαχνό” έναν έφηβο που σε καμία περίπτωση δεν απειλούσε τη σωματική του ακεραιότητα. Ξαναλέω, ήμουν 13. Ζούσα προστατευμένος από την πραγματικότητα. Δεν ήξερα πως εκτός από αστυνομικούς υπάρχουν και μπάτσοι σαν τον Κορκονέα.

γρεγορυ

Γυρνώντας σπίτι μου κατά τις 12 το βράδυ, ανοίγω την τηλεόραση και βλέπω παντού τον τότε υπουργό Εσωτερικών Προκόπη Παυλόπουλο να μιλάει για τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου από τον ειδικό φρουρό Επαμεινώνδα Κορκονέα. Χαζεύοντας έτσι την τηλεόραση, θυμάμαι πως είχα δει τον Γρηγορόπουλο τρεις-τέσσερις ημέρες πιο πριν να κάνει σκέιτ και μάλιστα είχα παραξενευτεί όταν συνειδητοποίησα πως δεν τον είχα δει στο σχολείο εκείνη τη χρονιά. Ήθελα να ρωτήσω τον αδερφό μου αν είχε αλλάξει σχολείο. Δεν χρειάστηκε. Μετά από μερικές ημέρες είχα δημοσιογράφους να μιλάνε με τις ώρες για τον Γρηγορόπουλο, τη μία να τον κατηγορούν ως “αναρχικό” και “αντιεξουσιαστή”, την άλλη να του δημιουργούν αγιογραφίες.

Κάπως έτσι έσκασε η δική μου φούσκα. Είδα ένα παιδί που πετύχαινα στους διαδρόμους του σχολείου μου να δολοφονείται από αυτούς που υποτίθεται πως με προστατεύουν. Είδα την πόλη μου να γίνεται πεδίο μάχης. Είδα ανθρώπους να διαδηλώνουν ειρηνικά, να τιμούν έναν αδικοχαμένο έφηβο και να αντιδρούν στην καταστολή. Είδα κι άλλους να βάζουν φωτιές, να καταστρέφουν ιδιωτική και δημόσια περιουσία, να σπέρνουν φόβο. Είδα δημοσιογράφους να τρομοκρατούν τον κόσμο και να λένε πως οι αντιεξουσιαστές κατευθύνονται προς τα προάστια, το δήμαρχο Αθηνών να θρηνεί για το χριστουγεννιάτικο δέντρο της πλατείας Συντάγματος. Είδα την πραγματικότητα από μικρότερη απόσταση απ’ ό,τι την έβλεπα στη μέχρι τότε ζωή μου.

download (1)

Μαζί με τη δικιά μου, έσκασε και η φούσκα πολλών ακόμα ανθρώπων και εν τέλει έσκασε και η φούσκα της κοινωνίας. Τα προβλήματα που υπήρχαν στην ατμόσφαιρα σαν μικρές σπίθες δημιούργησαν μια φλόγα που ξεκίνησε να καίει τα πάντα στο πέρασμά της. Έκαψε τον εφηβικό ιδεαλισμό, έκαψε τον μικρομεσαίο επιχειρηματία, έκαψε τη λογική, έκαψε την πόλη. Η κρίση είχε γίνει πλέον πολυεπίπεδη: ηθική, κοινωνική, οικονομική, πολιτική.

Εν έτει 2015, ακόμα σκάμε φούσκες, ακόμα ρωτάμε “γιατί;”, ακόμα περιμένουμε να μας δώσουν οι άλλοι τις απαντήσεις. Θέλω να πιστέυω πως αργά ή γρήγορα, θα αρχίσουμε να τις βρίσκουμε μόνοι μας.

Υ.Γ.

Κάποτε θα ‘ρθουν

στίχοι: Λευτέρης Παπαδόπουλος

Κάποτε θα `ρθουν να σου πουν

πως σε πιστεύουν, σ’ αγαπούν

και πώς σε θένε

Έχε το νου σου στο παιδί,

κλείσε την πόρτα με κλειδί

ψέματα λένε

Κάποτε θα `ρθουν γνωστικοί,

λογάδες και γραμματικοί

για να σε πείσουν

Έχε το νου σου στο παιδί

κλείσε την πόρτα με κλειδί,

θα σε πουλήσουν

Και όταν θα `ρθουν οι καιροί

που θα `χει σβήσει το κερί

στην καταιγίδα

Υπερασπίσου το παιδί

γιατί αν γλιτώσει το παιδί

υπάρχει ελπίδα

Οι στίχοι αυτοί πάντα μου θυμίζουν το σαββατόβραδο της 6ης του Δεκέμβρη του 2008. Συμπτωματικά, ο ερμηνευτής του τραγουδιού, Παύλος Σιδηρόπουλος, άφησε την τελευταία του πνοή στις 6 Δεκεμβρίου του 1990. Εξίσου συμπτωματικά, μερικοί φίλοι του Γρηγορόπουλου τον αποκαλούσαν “πρίγκιπα”, όπως αποκαλείτο και ο Σιδηρόπουλος από τους θαυμαστές του. Ας αναπαύονται εν ειρήνη και οι δύο.

Alexis_Grigoropoulos_murder_spot,_Tzavella_st,_Athens

2 thoughts on “Οι φούσκες της 6ης του Δεκέμβρη

Leave a comment